Το κτήριο της οδού
Κριεζώτου 3 ανήκε εξ ολοκλήρου στο ζωγράφο
Νίκο
Χατζηκυριάκο-Γκίκα και περιήλθε στο Μουσείο
Μπενάκη από
δωρεά του καλλιτέχνη εν ζωή.
Το αρχικό κτήριο –ισόγειο και πέντε
όροφοι– που κτίστηκε με εντολή του Αλέξανδρου
Χατζηκυριάκου γύρω στο 1932 από τον αρχιτέκτονα
και καθηγητή στο Πολυτεχνείο, Κωνσταντίνο
Κιτσίκη, αποτελεί τυπικό δείγμα αρχιτεκτονικής
πολυκατοικίας του Μεσοπολέμου.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’50, ο Νίκος
Χατζηκυριάκος-Γκίκας αποφασίζει να κατοικήσει
μόνιμα στο κτήριο, που ανήκε στην οικογένειά του.
Για το σκοπό αυτό προσθέτει έναν επιπλέον όροφο,
την διαμόρφωση του οποίου επιμελήθηκε προσωπικά
με τη βοήθεια των αρχιτεκτόνων, μαθητών του στην
Αρχιτεκτονική Σχολή του Πολυτεχνείου, Αντώνη
Κιτσίκη και Αλέξανδρου Παπαγεωργίου. Ήδη από την
εποχή του το σπίτι της Κριεζώτου προκάλεσε
έντονο ενδιαφέρον στους αρχιτεκτονικούς και
καλλιτεχνικούς κύκλους και παρουσιάστηκε σε
ελληνικά και ξένα περιοδικά αρχιτεκτονικής.
Στο ειδικά διαμορφωμένο ευρύχωρο και
φωτεινό δώμα του έκτου όροφου, εγκατέστησε το
εργαστήριο και τη βιβλιοθήκη του, ενώ
χρησιμοποιούσε τον πέμπτο όροφο για κατοικία.
Εκεί έζησε και δημιούργησε ο Ν.
Χατζηκυριάκος-Γκίκας επί σαράντα συνεχή χρόνια
ως την ημέρα του θανάτου του τον Σεπτέμβριο του
1994. Οι χώροι αυτοί διατηρήθηκαν μετά το θάνατο
του καλλιτέχνη όπως τους είχε ο ίδιος οργανώσει
και διακοσμήσει.
Το 1991 άρχισε να λειτουργεί σε ένα τμήμα
(150 τ.μ.) του τέταρτου ορόφου η Πινακοθήκη
Ν.Χατζηκυριάκου-Γκίκα. Η μόνιμη έκθεση
οργανώθηκε από τον ίδιο τον καλλιτέχνη και
παρουσιάζει έργα από όλους τους τομείς της
δημιουργίας του. Στο χώρο της Πινακοθήκης
παρουσιάζονται κατά καιρούς θεματικές εκθέσεις
από το έργο του Γκίκα όπως εκθέσεις σχεδίων,
μικρογλυπτικής, έργων με θέματα από την αρχαία
ελληνική τέχνη κ.ά., που οργανώνονται ώστε να
παρουσιάζεται σταδιακά το υλικό που δεν
περιλαμβάνεται στη μόνιμη έκθεση. |