Ομιλία του
Προέδρου
του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου
Νίκου Α. Κωνσταντόπουλου
στη Βουλή στη συζήτηση προ ημερησίας διατάξεως
στις 11 Ιανουαρίου 1999
"Τα προβλήματα που
δημιουργούνται από τα κυβερνητικά μέτρα στον
τομέα της Παιδείας"
Προκαλέσαμε τη
σημερινή συζήτηση γιατί - σε αντίθεση προς την
κυβέρνηση - εμείς επιμένουμε να θεωρούμε το
κοινοβούλιο, ως το αρμόδιο σώμα, για να συζητά και
να αντιμετωπίζει μεγάλα κοινωνικά και πολιτικά
προβλήματα και ως το κατ΄ αποκλειστικότητα
αρμόδιο σώμα για να αντιμετωπίζει κοινωνικές και
πολιτικές κρίσεις.
Δυστυχώς η κυβέρνηση,
δέσμια της μονοκομματικής της λογικής, θέλει να
υποκαταστήσει την βουλή από την κυβερνητική
επιτροπή διαχείρισης κρίσεων.
Το αποτέλεσμα είναι η
κατάργηση του πολιτικού διαλόγου, η κατάργηση
ουσιαστικά της πολιτικής και η διολίσθηση σε
αντιδημοκρατικές και αυταρχικές μεθόδους
διακυβέρνησης.
Όταν όμως μια κυβέρνηση
φτάνει στο σημείο να χρησιμοποιεί την απειλή
ποινικών διώξεων κατά μαθητών του Λυκείου για να
επιβάλει την πολιτική της, όταν καταφεύγει στην
εισαγγελική παρέμβαση για να αντιμετωπίσει
μαθητές τότε σίγουρα κάτι δεν πάει καλά σε αυτήν
την χώρα.
Τότε αυτή η κυβέρνηση
θα πρέπει να αναρωτηθεί σε τι δρόμους μπαίνει και
που αυτοί οι δρόμοι μπορούν να οδηγήσουν.
Το θέμα της παιδείας θα
έπρεπε να είναι σήμερα το υπ΄αριθμόν ένα
πρόβλημα της χώρας και να αναζητούνται από όλους
σε πνεύμα εθνικής συνεργασίας οι άριστες λύσεις.
Αντί γι αυτό όμως η
κυβέρνηση με την πολιτική και τους χειρισμούς
της το μετέτρεψε σε θέμα σύγκρουσης και διχασμού.
Πριν λοιπόν αναφερθώ
στην ουσία του εκπαιδευτικού προβλήματος θέλω να
σταθώ στο πολιτικό πρόβλημα που αναδεικνύεται
για μια ακόμη φορά μέσα από το αδιέξοδο στον χώρο
της παιδείας.
Κυρίες και κύριοι του
ΠΑΣΟΚ
Πρέπει κάποτε να
καταλάβετε ότι σε μια δημοκρατική χώρα, σε ένα
δημοκρατικό πολίτευμα δεν υπάρχουν θεόσταλτοι
σωτήρες.
Ο λαός με την ψήφο του
δίνει εντολή για την διακυβέρνηση της χώρας και
ταυτόχρονα δίνει εντολή για τον έλεγχο της
κυβέρνησης.
Οι επιλογές της όποιας
κυβέρνησης ελέγχονται καθημερινά και από τον λαό
και από τα κόμματα.
Η νομιμοποίηση της
κυβέρνησης πρέπει να επιβεβαιώνεται καθημερινά
και η εξασφάλιση της κοινωνικής συναίνεσης είναι
συστατικό στοιχείο της δημοκρατίας.
Δυστυχώς όμως το
σημερινό πολιτικό σύστημα της μονοκομματικής
αυτοδυναμίας σταδιακά οδηγεί σε εξαιρετικά
επικίνδυνες, αυταρχικές και αντιδημοκρατικές
εναλλαγές.
Η παιδεία εδώ και δύο
μήνες είναι σε πλήρη διάλυση.
Όμως ο Υπουργός
επιμένει, ο πρωθυπουργός τον καλύπτει όλοι οι
άλλοι βαπτίζονται υπονομευτές, και καλείται η
εισαγγελία να επιβάλλει την τάξη.
Με παραλλαγές αυτή η
μέθοδος ακολουθείται σε όλα τα θέματα. Το
αποτέλεσμα; Η σημερινή εικόνα της ελληνικής
κοινωνίας, η σημερινή εικόνα απαξίωσης της
πολιτικής, η σημερινή εικόνα έντονης κοινωνικής
δυσφορίας, η σημερινή εικόνα που μπορεί να
γεννήσει τα πιο απίθανα πράγματα και να
τροφοδοτήσει τις πιο αντιφατικές κατευθύνσεις.
Μπορεί να συνεχίσει να
κυβερνιέται ο τόπος έτσι;
Το πρόβλημα είναι ότι
επί της ουσίας η πολιτική του κ. Αρσένη έχει
ναυαγήσει. Και μια πολιτική που επιβάλλεται παρά
το ναυάγιο της, θα παράγει μόνο νοσηρές και
αρνητικές καταστάσεις.
Είναι τόσο δύσκολο κ.
Πρωθυπουργέ να κατανοήσετε αυτήν την απλή
αλήθεια; `Η πια το μόνο που σας ενδιαφέρει είναι
οι εσωκομματικές ισορροπίες εν όψει του
Συνεδρίου του ΠΑΣΟΚ και αδιαφορείτε για όλα τα
υπόλοιπα;
Εδώ όμως ακριβώς
βρίσκεται το πρόβλημα. Το σημερινό πολιτικό
σκηνικό, το σημερινό πολιτικό σύστημα έχει
εξαντλήσει τα όρια του και τελικά νοιάζεται και
δουλεύει μόνο για την αναπαραγωγή του. Δεν
παράγει τίποτα θετικό, προς την κοινωνία.
Αναχωνεύει τον εαυτό του. Γι΄ αυτό και πρέπει να
αλλάξει.
Το κλειδί είναι η
κατάργηση των μονοκομματικών ηγεμονισμών και η
αποκατάσταση ομαλών κοινοβουλευτικών
λειτουργιών, που εξασφαλίζουν ρόλο στην βουλή, σε
όλα τα κόμματα, ρόλο στην κοινωνία τελικά.
Αντιπροσωπευτικών και
αξιόπιστων διαδικασιών που θα επιτρέψουν και
πάλι να υπάρξει έλεγχος, πολιτικός διάλογος,
δημοκρατική λειτουργία σε τελευταία ανάλυση.
Η κατάσταση στο χώρο
της Παιδείας είναι εκρηκτική. Όχι μονάχα στα
Λύκεια και τα Γυμνάσια. Αλλά και στα Πανεπιστήμια
και σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Κύριε Πρωθυπουργέ
έχετε βαρύτατες ευθύνες. Σεις προσωπικά. Είστε
τρία χρόνια Πρωθυπουργός. Κι από αυτά τα τρία
χρόνια, τα δύο είναι χρόνια αναστάτωσης της
εκπαίδευσης. Η δική σας κυβέρνηση είναι που και
στα δύο αυτά χρόνια, το 1997 και το 1998, έφερε
νομοσχέδια εκπαιδευτικών μεταβολών στα θερινά
τμήματα του Σεπτεμβρίου, για άμεση εφαρμογή,
κάνοντας επίδειξη παλαιοκομματικού
συγκεντρωτισμού. Χωρίς προετοιμασία και
υποδομές, χωρίς διάλογο και συναινέσεις.
Ματαίως σας
επισημαίναμε ότι θα προκαλέσετε περισσότερα και
μεγαλύτερα προβλήματα.
Αντιτάξατε την
κυβερνητική έπαρση και αυταρέσκεια.
Συμπεριφερθήκατε όπως όλοι εκείνοι, που ξέκοψαν
τους δεσμούς τους με την κοινωνία. Έτσι
προστεθήκατε και σείς σε αυτούς που θα θυμούνται
και θα απορρίπτουν "διά βίου" οι σημερινοί
μαθητές και φοιτητές.
Θεωρητικοί της
Παιδείας και λειτουργοί της Εκπαίδευσης,
φιλόσοφοι, κοινωνιολόγοι, παιδαγωγοί, αλλά και οι
απλοί πολίτες γνωρίζουν ότι οι επιλογές, οι
μεταβολές και οι προτάσεις για μια σύγχρονη
δημοκρατική εκπαιδευτική πολιτική δεν
οριοθετούνται ούτε κρίνονται με τα μέτρα της
όποιας κυβερνητικής και κομματικής εμβέλειας.
Χρειάζονται
συστηματική επεξεργασία και τεκμηρίωση,
πολιτική αξιοπιστία και κοινωνική συναίνεση.
Απαιτούν, δηλαδή, βασανιστικές επιστημονικές και
πολιτικές διεργασίες, που, θα αξιοποιούν τις
μελέτες, το ανθρώπινο δυναμικό και την
δημιουργική κριτική.
Αυτό δεν έγινε, Κύριε
Πρωθυπουργέ, και στα δύο χρόνια, που η κυβέρνησή
σας προώθησε νόμους για την εκπαίδευση.
Η κυβέρνησή σας κ.
Πρωθυπουργέ πολιτεύεται έτσι ώστε να
δημιουργείται ένα μεγάλο πρόβλημα για τη
δημοκρατία.
"Ποιος και πώς
αποφασίζει - Ποιος και πώς ελέγχει".
Και στη Γαλλία
δημιουργήθηκε πρόβλημα με τους μαθητές. Η
κυβέρνηση δεν τους έστειλε τον εισαγγελέα και το
χωροφύλακα. Πήγε κοντά τους, τους άκουσε και
διόρθωσε τις επιλογές της.
Και στην Ιταλία υπάρχει
πρόβλημα. Η κυβέρνηση δεν πρόβαλε την αδιαλλαξία
της. Συγκρότησε επιτροπή, σαράντα περίπου
ειδικών κι άκουσε τα πορίσματα ενός ευρύτατου
εθνικού διαλόγου.
Η δική σας κυβέρνηση κ.
Σημίτη στην Ελλάδα έστησε αντιδικία με όλους και
με όλα. Με πρόσωπα, με φορείς και με θεσμούς:
Δολιοφθορείς οι μαθητές, υποκινητές οι
καθηγητές, παρασυρμένοι οι γονείς, αντίπαλος το
Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας. Αλλά έτσι ποιοι θα
κάνουν τις εκπαιδευτικές μεταβολές; Οι
κυβερνητικοί βουλευτές, τα κομματικά επιτελεία
του ΠΑΣΟΚ, οι Εισαγγελείς;
Ο μη διάλογος στο χώρο
της Παιδείας δείχνει την ποιότητα της πολιτικής
μας ζωής. Δείχνει το επίπεδο στο οποίο θέλει η
κυβέρνηση να λειτουργεί το εκπαιδευτικό και το
πολιτικό σύστημα της χώρας.
Ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ σταθερά
και επίμονα προβάλλει την ανάγκη του ουσιαστικού
και προγραμματικού διαλόγου για κρίσιμους
τομείς και για μεγάλα προβλήματα της χώρας. Αυτά
που δεν μπορεί καμία κυβέρνηση και κανένας
υπουργός να τα διαχειρίζονται σαν οικογενειακή ή
προσωπική τους υπόθεση. Αυτά που κανείς δεν
μπορεί να τα κόβει στα μέτρα του και να τα
χειρίζεται ευκαιριακά ή κατά παραγγελία της
στιγμής.
Μιλάμε για διάλογο που
θα διαμορφώνει αξιόπιστες λύσεις και
παραγωγικές συναινέσεις.
Μιλάμε για διάλογο που
θα μας πηγαίνει μπροστά και δεν θα μας ξαναγυρνά
στις παλιές καταστάσεις, για τις οποίες είναι
συνυπεύθυνες οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.
Μιλάμε για διάλογο που
θα προωθεί την δημόσια εκπαίδευση της υψηλής
ποιότητας και δεν θα διαλύει τα πάντα για να τα
παραδώσει στους κανόνες της αγοράς.
Η κυβέρνησή σας κ.
Σημίτη αρνείται αυτόν τον διάλογο ουσίας και
καταστρέφει κάθε προϋπόθεση και πλαίσιο για να
υπάρξει.
Κύριε Πρωθυπουργέ
κάνετε ασκήσεις γραφειοκρατικού και αυταρχικού
κυβερνητισμού. Σκιαμαχείτε με μονοσήμαντες
προσεγγίσεις των προβλημάτων. Στιγματίζετε
επιλεκτικά όσους διαφωνούν - τους μαθητές, τους
καθηγητές, τους γονείς, τα κόμματα. Καταναλώνετε
επικίνδυνους αφορισμούς.
Νεκρανασταίνετε την
επικίνδυνη θεωρία του "σκοτεινού δακτύλου που
υποκινεί".
Δεν πείθετε.
Δαιμονολογείτε.
Επιδιώκετε τον
πολιτικό και ιδεολογικό πειθαναγκασμό. Δεν
απελευθερώνετε τον πνευματικό και κοινωνικό
δυναμισμό των δυνάμεων της χώρας για μια
σύγχρονη Παιδεία.
Ο αυταρχικός και
γραφειοκρατικός κυβερνητισμός δεν είναι ο
δρόμος, για να αλλάξουν τα πράγματα στο σχολείο
και στο πανεπιστήμιο.
Ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ θα
εξακολουθεί να προβάλει ότι το ζητούμενο είναι
να ανοίξει ο ουσιαστικός διάλογος, που έχει
ανάγκη η πραγματική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.
Ο ΣΥΝ θα επιμείνει να
αγωνίζεται για την πολιτική πρωτοβουλία και
συνεννόηση με όλους τους πολιτικούς και
κοινωνικούς φορείς, που είναι σε θέση να
εγγυηθούν και να αξιοποιήσουν αυτόν το διάλογο.
Ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ θα
επιμένει να προβάλει τη θέση ότι η Παιδεία, η
γνώση, η κατάρτιση, η απασχόληση, είναι κεντρικό
πρόβλημα των σημερινών κοινωνιών και των
κοινωνιών του 21ου αιώνα.
Γι΄ αυτό είναι
αδιαπραγμάτευτος ιδεολογικός και πολιτικός
στόχος για το ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟ η ποιοτική δυναμική του
εκπαιδευτικού μας συστήματος. Διαφωνούμε με τις
κυβερνητικές επιλογές όχι για να κάνουμε
διαπιστωτικού ή καταγγελτικού χαρακτήρα
αντιπολίτευση. Αλλά για να προβάλλουμε τις
προγραμματικές εναλλακτικές λύσεις, που είναι
αναγκαίες, εφικτές, εξαντλητικά μελετημένες και
ώριμες να γίνουν αποδεκτές.
Στην Ελλάδα χρόνια
ακούμε για μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία, αλλά
είναι χάρτινες όλες οι εξαγγελίες. Χρόνια ακούμε
για μέτρα, που θα αναμορφώσουν το εκπαιδευτικό
σύστημα, αλλά αυτά τα μέτρα δεν είναι παρά ένα
ατελείωτο "ράβε-ξήλωνε" μεταξύ κυβερνήσεων
και υπουργών. Δεν είναι τυχαίο ότι δεν υπάρχει
κανένας επιτυχημένος υπουργός παιδείας.
Υπάρχει ισχυρή
αφοσίωση της ελληνικής κοινωνίας και της
οικογένειας στην αναγκαιότητα της εκπαίδευσης. Η
ελληνική οικογένεια καταβάλει τα πιο πολλά για
να μορφώσει τα παιδιά της.
Παρά ταύτα, αυτήν την
κοινωνική διαθεσιμότητα δεν την αξιοποιούν
σωστά οι κυβερνητικές πολιτικές.
Η εκπαιδευτική
μεταρρύθμιση, το ζητούμενο του 20ου αιώνα,
μεταφέρεται και πάλι ως ζητούμενο, στα υπόλοιπα
ελλείμματα για τον 21ο αιώνα.
Κύριε Πρωθυπουργέ, στο
2000 δεν φτάσαμε με τον αυτόματο πιλότο. Φτάσαμε με
συγκεκριμένες κυβερνητικές πολιτικές. Τα
σημερινά προβλήματα της Ελλάδας έχουν αιτίες,
ιστορία και πρωταγωνιστές.
Το ΠΑΣΟΚ επί δεκαπέντε
περίπου, χρόνια, είχε στη διάθεσή του το
μεγαλύτερο ωφέλιμο χρόνο για να απαλλάξει την
Παιδεία από τις σημερινές καθυστερήσεις κι
ελλείψεις.
Έγιναν βήματα και
μεταβολές. Δεν απλοποιώ. Όμως τα άλυτα προβλήματα
συσσωρεύονται επί δεκαετίες και από κοντά
προστίθενται τα νέα προβλήματα που δημιουργούν
τα αποσπασματικά μέτρα, οι ευκαιριακές μεταβολές
και η νομοθετική επιπολαιότητα.
Βασική προϋπόθεση για
να υπάρξει σχεδιασμός και λύση στο πρόβλημα της
Παιδείας στην Ελλάδα του 2000 είναι η δραστική
αύξηση των δαπανών για την Παιδεία.
Η αύξηση των δαπανών
για την Παιδεία, αποτελεί, εκτός των άλλων, και
στοιχείο ειλικρίνειας κάθε υπεύθυνης κρατικής
αρχής, κάθε κυβέρνησης και κάθε πρωθυπουργού, που
επαγγέλλεται την οικονομική ανάπτυξη και την
κοινωνική δικαιοσύνη.
Η σημερινή κυβέρνηση,
όπως και όλες οι προηγούμενες, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ,
βρίσκεται σε διαφορετική τροχιά. Με την επίκληση
της ένταξης στην ΟΝΕ και των προϋποθέσεων της
συνθήκης του Μάαστριχτ, επιλέγει την ουσιαστική
μείωση των δαπανών για την Παιδεία. Έτσι,
καταφεύγει αναπόφευκτα στην αναζήτηση των
αναγκαίων πόρων από τις χρηματοδοτήσεις της Ε.Ε.
που χορηγούνται με συγκεκριμένες δεσμεύσεις και
περιορισμούς.
Οι χρηματοδοτήσεις της
Ε.Ε. δυστυχώς έχουν και παρενέργειες. Ανοίγουν
την όρεξη για οικονομικά παιχνίδια, για
παιχνίδια παραγοντισμού και πελατειακών
σχέσεων, που εκμαυλίζουν πολλές φορές
εκπαιδευτικά ιδρύματα, φορείς και πρόσωπα.
Στο πλαίσιο αυτό η Ε.Ε.
εντάσσει την προώθηση ενός συστήματος διά βίου
εκπαίδευσης που έχει στόχο να προσαρμόσει την
εκπαίδευση των επιμέρους χωρών στη δημιουργία
προγραμμάτων κατάρτισης και επανεκπαίδευσης,
πολύ περιορισμένων και ιδιαίτερων γνωστικών
αντικειμένων, με πρόσχημα τις σημερινές ανάγκες
της αγοράς εργασίας και με δεδομένο ότι κάθε
εργαζόμενος στη σύγχρονη κοινωνία θα αλλάζει
επάγγελμα 3 ή 4 φορές στη διάρκεια του παραγωγικού
του βίου.
Η πολιτική αυτή
πιστεύουμε ότι εγκυμονεί κινδύνους, εάν δεν
υπάρχει ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα. Αντί,
δηλαδή, το εκπαιδευτικό μας σύστημα να
αξιοποιήσει αυτή την πολιτική, υπάρχει κίνδυνος
να ρυμουλκηθεί και να αλλοιωθεί τελεσίδικα από
αυτήν.
Δεν υπάρχει μάθηση, δεν
υπάρχει δουλειά για τα παιδιά μας. Χωρίς μάθηση
και χωρίς δουλειά, καλούμε αυτά τα παιδιά σε ένα
μέλλον αβέβαιο και ανασφαλές. Τα παιδιά βλέπουν
ότι κάτι δεν πάει καλά στη ζωή τους, κάτι δεν πάει
καλά με τη ζωή τη δικιά μας, με όλους εμάς που
διαφεντεύουμε το μέλλον τους με τον πατερναλισμό
και την ηθικολογία της αυθεντίας την ώρα που
παίρνουμε στραβές κι ανάποδες αποφάσεις.
Ο ΣΥΝ επιμένει ότι
έχουμε όλοι δημοκρατικό και κοινωνικό χρέος να
καταλάβουμε την αγωνία των μαθητών, για το δικό
τους μέλλον.
Τα παιδιά ζούν σε όλες
τους τις δράσεις σε ένα κοινωνικό και
εκπαιδευτικό τοπίο απόγνωσης, χωρίς ποιοτική
γνώση και στηρίγματα.
Και η αγωνία αυτή
σαρώνει όποιες πιθανές ενστάσεις και
επιφυλάξεις, για πλευρές των μαθητικών
κινητοποιήσεων, που δεν προσφέρονται σε
μονόπλευρες δαιμονοποιήσεις ή επικίνδυνες
εξιδανικεύσεις.
Το ζητούμενο είναι να
τις ερμηνεύσουμε, με τις αντιφατικές όψεις που
παρουσιάζουν, και να τις αξιοποιήσουμε για ένα
διάλογο "από μηδενική βάση" που έχει ανάγκη
το σχολείο.
Οι υπόλοιπες μέρες θα
είναι κρίσιμες καθώς θα δρομολογήσουν εξελίξεις
για την "επόμενη μέρα" στο σχολείο... Τότε που
τα μάτια των μαθητών δε θα κοιτάζουν τα
δημοσιογραφικά μικρόφωνα και τις κάμερες, τον
κουρνιαχτό των κομματικών απολογισμών, το
πατερναλιστικό χαμόγελο του όποιου Υπουργού
Παιδείας, τη συνδικαλιστική μας ρητορεία... Τότε
που θα δοκιμάζεται - κυρίως - η ηθική της
παιδαγωγικής μας ιδιότητας. Να σκεφτούμε καλά
την "επόμενη μέρα" στο σχολείο, γιατί είναι
ταυτόσημη με την "επόμενη μέρα" των νέων
στην κοινωνία...
Η ψευδώνυμη
μεταρρύθμισή σας δεν έχει φιλοσοφία, δεν έχει
όραμα
που να εμπνέει
που να συνεγείρει την
πνευματική πρωτοπορία του τόπου, που να
συνεγείρει τη νεολαία, που να συνεγείρει τον
ελληνικό λαό, που να εμπνέει την εκπαιδευτική
κοινότητα
Οι μεταρρυθμίσεις
ανοίγουν μέτωπα εναντίον της συντήρησης,
εναντίον της καθυστέρησης, εναντίον του
αναχρονισμού και της οπισθοδρόμησης.
Σε ποια μεγάλα
προβλήματα της Παιδείας μας δίνετε λύση με την
ψευδώνυμη μεταρρύθμισή σας;
α)
Ποιον πείθετε πως με
τις λαβυρινθώδεις ψευτοτεχνοκρατικές
κατασκευές σας, δίνετε απαντήσεις στα εναγώνια
ερωτήματα για το περιεχόμενο σπουδών στη νέα
εποχή που ανατέλλει;
Ποια μεγάλη συζήτηση
ανοίξατε γι΄ αυτό το θέμα με όλο το φάσμα της
πνευματικής και πολιτικής ηγεσίας του τόπου;
β)
Ποιον πείθετε πως με
τις λαβυρινθώδεις ψευτοτεχνοκρατικές
κατασκευές σας, δίνετε απαντήσεις στα εναγώνια
ερωτήματα για την ανταγωνιστικότητα του
εκπαιδευτικού μας συστήματος στο πλαίσιο της
Ευρωπαϊκής Ένωσης και του σύγχρονου κόσμου;
Ποια μεγάλη συζήτηση
ανοίξατε γι΄ αυτό το θέμα με την πανεπιστημιακή
μας κοινότητα και τους εκατοντάδες επιστήμονες
μας που διαπρέπουν σε όλα τα μήκη και πλάτη του
κόσμου μας, που διαπρέπουν στα καλύτερα
πανεπιστήμια και στα κορυφαία ερευνητικά κέντρα
της Αμερικής, της Ευρώπης, του Καναδά και της
Αυστραλίας;
γ)
Ποιόν πείθετε πως, με
τις λαβυρινθώδεις ψευτοτεχνοκρατικές
κατασκευές σας, δίνετε απαντήσεις στα εναγώνια
ερωτήματα για τη δημιουργική στήριξη της
πολιτιστικής μας ιδιαιτερότητας, στο πλαίσιο της
Ευρωπαϊκής Ένωσης και του σύγχρονου κόσμου;
Ποια μεγάλη συζήτηση
ανοίξατε και γι΄ αυτό το θέμα με τους ανθρώπους
των γραμμάτων και των τεχνών, με τους μεγάλους
πνευματικούς μας δημιουργούς που αναγνωρίζονται
παγκοσμίως για το έργο της;
Νοείται μεταρρύθμιση
στην Παιδεία που δεν απαντάει σε αυτά τα
προβλήματα που δε λύνει αυτά τα προβλήματα;
Αντί γι΄ αυτά, αντί,
δηλαδή για απάντηση στο μέγα ερώτημα: Τι Παιδεία
απαιτούν οι καιροί μας, τι σχολείο και τι
Πανεπιστήμιο απαιτούν οι καιροί μας,
Για να μπορούν τα
παιδιά μας να σταθούν στα πόδια τους στο
ανταγωνιστικό πλαίσιο της Ευρώπης και του
σύγχρονου κόσμου,
Για να μπορεί ο τόπος
μας να σταθεί στα πόδια του στο πλαίσιο της
Ευρώπης και του σύγχρονου κόσμου,
Εσείς τι κάνατε;
Βαφτίσατε
μεταρρύθμιση μια κακότεχνη και λαβυρινθώδη
παρέμβαση στη λειτουργία του Λυκείου και στον
τρόπο εισαγωγής στα Α.Ε.Ι. της χώρας.
Επαναλάβατε δηλαδή,
στη χειρότερή της εκδοχή τα αδιέξοδα πειράματα
των προκατόχων σας, με τα χειρότερα προφανώς
αποτελέσματα.
Ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ από το 1997
είχε καταγράψει τη διαφωνία του στην κυβερνητική
πολιτική για την εκπαίδευση.
Δεν ανταποκρινόταν
στο γενικό αίτημα για συνολική εκπαιδευτική
μεταρρύθμιση.
Αντιμετώπιζε μέρος
του προβλήματος της κρίσης και οι λύσεις που
έδινε ήταν ανεπαρκείς και χωρίς υποδομή για την
εφαρμογή τους.
Ο ΣΥΝ τόνιζε:
Δεν υπάρχει
συγκεκριμένος προγραμματισμός και είναι εύλογες
οι ανησυχίες ότι ο αποκλεισμός από τα ΑΕΙ μπορεί
να μεταφερθεί από τις Γενικές στις Λυκειακές
Εξετάσεις".
Ένας άλλος μεγάλος
κίνδυνος για την ακύρωση στην πράξη και των
θετικών διατάξεων του Νομοσχεδίου είναι η
έλλειψη στοιχειώδους προετοιμασίας για την
υλοποίησή τους".
Η κυβέρνηση παρά τις
προειδοποιήσεις από τους επιστημονικούς φορείς,
τους φορείς των εκπαιδευτικών, τους φορείς
επιστημονικής έρευνας, τα κόμματα αλλά και όσους
αγωνιούν για την προοπτική της Δημόσιας
Παιδείας, εκώφευσε.
Με την αρχή της
εφαρμογής των μέτρων στα Λύκεια, γρήγορα
αποκαλύφθηκε η τεράστια διαφορά ανάμεσα στις
εξαγγελίες και στην πραγματικότητα.
α) Κατάργηση των
εξετάσεων υποσχέθηκε αλλά στην πράξη από 4
μαθήματα που εξετάζονταν πανελλαδικά οι μαθητές,
καθιερώθηκαν εξετάσεις σε 13 μαθήματα.
β) Ελεύθερη πρόσβαση
στη τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά στην πράξη
περιορίζονται οι δυνατότητες πρόσβασης,
μειώνονται οι ευκαιρίες, κλείνουν οι δρόμοι
πρόσβασης, δεν υπάρχει δεύτερη ευκαιρία για
είσοδο στη τριτοβάθμια.
γ) Πάταξη της
παραπαιδείας, των φροντιστηρίων και μείωση της
οικογενειακής δαπάνης για πρόσθετη γνώση των
παιδιών, αλλά στην πράξη η παράλληλη παιδεία
γνώρισε μια εκρηκτική αύξηση σε ποσοστό έως και
70%, ενώ πλέον σε κάθε οικογένεια αυξήθηκε στις 100
και 150 χιλιάδες δραχμές το μήνα η δαπάνη αυτή.
δ) Αναβάθμιση της
γενικής μόρφωσης και του ρόλου του Λυκείου, αλλά
στην πράξη, πέραν της δεύτερης ξένης γλώσσας και
του μαθήματος της πληροφορικής, καμία άλλη
επιλογή δεν συγκέντρωσε το ενδιαφέρον των
μαθητών στα μαθήματα επιλογής. Σε αρκετές
μάλιστα περιπτώσεις οι μαθητές αποτράπηκαν να
κάνουν συγκεκριμένες επιλογές.
ε) Αναβάθμιση της
ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης αλλά στην
πράξη η υπόσχεση για την αναβάθμιση της
ποιότητας, εξαντλήθηκε στην αναβάθμιση της
ποιότητας των διαφημιστικών, ενημερωτικών
φυλλαδίων της κυβέρνησης.
Αντί η κυβέρνηση να
αλλάξει το εκπαιδευτικό πλαίσιο στο εσωτερικό
του σχολείου και της λειτουργίας του ώστε οι
μέχρι τότε διαμορφωμένες ανισότητες να
αμβλύνονται και να εξαλείφονται, επέλεξε να
χρησιμοποιήσει και να προτάξει ως μοχλό των
εκπαιδευτικών αλλαγών την ένταση των
διαδικασιών επιλογής και γενικότερα τις
εξεταστικές διαδικασίες.
Ποια ήταν συνέπεια;
Η κυβέρνηση, επιχείρησε
στην εκπαίδευση ένα άλμα στο κενό με έναν
νομοθετικό εκβιασμό.
Η κυβέρνηση επιμένει
στην εφαρμογή της πολιτικής της, στην ολοκλήρωση
του έργου της για να φανούν τα τελικά
αποτελέσματα. Ισχυρίζεται ότι οι αντιδράσεις
είναι το κύριο εμπόδιο στην επιτυχή εφαρμογή των
ρυθμίσεων, ενώ αν αυτές καμφθούν θα φανούν τα
αποτελέσματα, τα οποία επιμένει να προεξοφλεί
ότι θα είναι θετικά.
Σήμερα μόνον η
κυβέρνηση και ο Υπουργός Παιδείας κάνουν αυτή
την εκτίμηση.
Όλοι οι φορείς της
Παιδείας, επιστήμονες, εκπαιδευτικοί, ερευνητές
και παιδαγωγοί βλέπουν με λύπη αυτή την αρνητική
και τραγική κατάσταση, και αγωνιούν για τις
εξελίξεις.
Οι κυβερνητικές
επιλογές έχουν επιφέρει ήδη αποτελέσματα. Δεν
χρειάζεται άλλο να περιμένουμε για να δούμε.
Υπάρχουν ήδη συνέπειες.
α) Παιδιά, μαθητές
οδηγήθηκαν στα τεχνικά επαγγελματικά
εκπαιδευτήρια, στην τεχνική μόρφωση, χωρίς την
θέλησή τους και κάτω από την κυριαρχία του φόβου
και της ανασφάλειας.
Ετσι ενώ τον Ιούνιο του
1998 μόλις 10.000 μαθητές είχαν προεπιλέξει την
τεχνική εκπαίδευση, μόλις άνοιξαν τα σχολεία και
έγιναν οι ενημερώσεις για τις αλλαγές και κυρίως
το πλήθος των αλλεπάλληλων εξεταστικών
διαδικασιών, άλλοι 35.000 μαθητές οδηγήθηκαν στην
τεχνική εκπαίδευση.
β) Τα φροντιστήρια και
γενικά η παράλληλη παιδεία έχουν ήδη κατακόρυφη
ραγδαία αύξηση, εκεί που ήδη ήταν σε πολύ ψηλά και
απαράδεκτα για ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό
σύστημα επίπεδα.
γ) Το Λύκειο έχει ήδη
υποβαθμιστεί με ευθύνη αποκλειστική του κ.
Υπουργού. Δεν μπορεί, είναι αντιεκπαιδευτικό να
βγαίνει και να δίνει το περίγραμμα των εξετάσεων
των μαθημάτων του Λυκείου, για να πείσει ότι οι
εξετάσεις θα είναι "εύκολες για όλους".
δ) Με την επιμονή της
κυβέρνησης στην εφαρμογή των επιλογών της έχει
πλέον συντελεστεί η αποδιάρθρωση της
εκπαιδευτικής διαδικασίας, έχει διακοπεί η
συνοχή της, έχει διαλυθεί. Και να τελειώσουν οι
καταλήψεις, θα παραμείνουν οι συνέπειες της
αποδιάρθρωσης του Λυκείου.
Γιατί να
ανασταλεί ο Νόμος
Το νέο εξουθενωτικό
εξεταστικό σύστημα εντείνει τον ανταγωνισμό και
πολλαπλασιάζει το άγχος για τους μαθητές
συνθλίβοντάς τους ανάμεσα στο σχολείο και το
φροντιστήριο με εβδομαδιαία προγράμματα έως και
50 ωρών, εκτός των απαραίτητων ωρών για μελέτη.
Ο ελεύθερος χρόνος των
μαθητών, τόσο κρίσιμος και χρήσιμος στην εφηβική
ηλικία είναι πια ανύπαρκτος και ως εκ τούτου στη
διαμόρφωση του νέου η ζωντανή επαφή με τον
κινηματογράφο, τη μουσική, τη λογοτεχνία, τη
ζωγραφική, το θέατρο, το παιγνίδι, τον αθλητισμό
είναι απούσα.
Το Λύκειο παραμένει
απλά προθάλαμος για την είσοδο στην τριτοβάθμια
εκπαίδευση, η δε κυβέρνηση επιμένει να
επαναλαμβάνει το σλόγκαν της "ελεύθερης
πρόσβασης στα ΑΕΙ - ΤΕΙ, το οποίο έχει πια φανεί
ότι είναι ένα σύστημα επιλογής που ευνοεί αυτούς
που "έχουν" και "κατέχουν".
Είναι τέλος ένα
εξεταστικό σύστημα "εγκαίρου" αποκλεισμού
των πολλών από την πανεπιστημιακή μόρφωση. Δεν
δίνει στα παιδιά δεύτερη ευκαιρία, αφού έχει
απαγορευθεί δια νόμου να βελτιώσουν τους βαθμούς
τους. Τα παιδιά δεν έχουν άλλη ευκαιρία στη ζωή
τους σε ηλικία μόλις 15-16 ετών και μια αποτυχία θα
τους ακολουθεί πάντα και με σοβαρό κίνδυνο να
κλείσουν την επαγγελματική τους προοπτική.
Εμείς σε αντίθεση από
την κυβέρνηση είμαστε αντίθετοι στη μείωση των
στάνταρ για να τα πιάνουν περισσότερα παιδιά και
υποστηρίζουμε την ανάγκη να βελτιωθεί δραστικά
το επίπεδο της μόρφωσης των παιδιών και της
λειτουργίας της εκπαίδευσης, ώστε να
ανταποκρίνονται στις υψηλές απαιτήσεις και
στάνταρ.
Γενικά η αξιολόγηση στο
Λύκειο πρέπει να απογραφειοκρατικοποιηθεί. Να
πάψει να λειτουργεί ως "δαμόκλεια σπάθη"
αλλά να δίδεται η δυνατότητα της δεύτερης
ευκαιρίας.
Εμείς δεν
υποστηρίζουμε να περνούν όλα τα παιδιά χωρίς να
διαβάζουν, αλλά να τους δοθεί η δεύτερη ευκαιρία
για να διαβάσουν και να διαβάζουν ώστε να περνούν
την τάξη με το σπαθί τους και όχι με τους
μπακαλίστικους υπολογισμούς των συμψηφισμών που
εισάγει η κυβέρνηση.
Η ΠΡΟΤΑΣΗ
ΤΟΥ ΣΥΝ ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΙΑΙΟ ΛΥΚΕΙΟ
Πραγματικά ενιαία και
αυτοτελή εκπαιδευτική μονάδα.
Να αποσυνδεθεί από την τριτοβάθμια εκπαίδευση
και τις εξετάσεις από αυτή.
Να μην οδηγεί σε
πρόωρες επιλογές κατευθύνσεων από την Α΄ Λυκείου
(Γενική Μόρφωση - Τεχνική Εκπαίδευση), αλλά
ελεύθερα τα παιδιά να επιλέγουν μαθήματα από
διαφορετικές κατευθύνσεις όπως αυτές έχουν
ορισθεί.
Να οδηγεί άμεσα στην
10χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση και
στη 12χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση σε μια
τριετία.
Στόχος είναι να
τελειώνουν όσο το δυνατόν περισσότεροι νέοι το
νέο σύγχρονο Ενιαίο Λύκειο.
Ο βαθμός του
απολυτηρίου του Ενιαίου Λυκείου να προκύπτει
μόνο από την βαθμολογία της Γ΄ τάξης. Οι βαθμοί
της β΄ τάξης να μην συνυπολογίζονται.
Τα μαθήματα επιλογής
της Γ΄ Λυκείου εξετάζονται ξεχωριστά, μέσω
γενικών εξετάσεων και αξιολογούνται από
εξωτερικούς αξιολογητές. Οι βαθμοί σε αυτά τα
μαθήματα λαμβάνονται υπ΄ όψη στην επιλογή για
τμήματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή για την
επαγγελματική τους σταδιοδρομία. Ειδικά σε αυτά
τα μαθήματα ο μαθητής έχει τη δυνατότητα να
επαναλάβει τις εξετάσεις χωρίς περιορισμούς,
εφόσον ενδιαφέρεται για την βελτίωση της
βαθμολογίας του σε κάποια από αυτά.
Η ΠΡΟΤΑΣΗ
ΤΟΥ ΣΥΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Οι πύλες των ιδρυμάτων
της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης πρέπει να ανοίξουν,
ώστε πρακτικά όλοι, όσοι διαθέτουν ένα ορισμένο
επίπεδο προϋποθέσεων να εισάγονται.
Αυτό προϋποθέτει άμεσα:
Δραστική αύξηση του
αριθμού των εισακτέων κατά 25% για τα επόμενα 3
χρόνια, σε τμήματα συμβατικά (παλαιά και νέα). Η
αύξηση αυτή των εισακτέων πρέπει να νομοθετηθεί
και όχι να εξαγγέλλεται για να παράγει
βεβαιότητα, από την αβεβαιότητα των σημερινών
κυβερνητικών εξαγγελιών.
Η αύξηση του αριθμού
των εισακτέων θα είναι περίπου αναλογική σε όλα
τα τμήματα των ΑΕΙ-ΤΕΙ.
Για να μπορέσουν τα
τμήματα να ανταποκριθούν και να μην οδηγηθούν σε
νέα αδιέξοδα πρέπει παράλληλα να γίνει αύξηση
του προσωπικού, μεγέθυνση των υποδομών τους,
αύξηση των δαπανών στους προϋπολογισμούς τους.
Με την πρόταση μας
επιδιώκεται να αυξηθεί αισθητά η δυνατότητα
πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση της χώρας
μας και να αμβλυνθεί ανάλογα η σημερινή
αναντιστοιχία προσφοράς και ζήτησης. Η πρότασή
μας συνδυάζεται στενά με τομές σε ολόκληρο το
εκπαιδευτικό σύστημα και ιδίως με το Ενιαίο
Λύκειο, την τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση και
κατάρτιση, τη δομή και λειτουργία της
τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Ο ΤΡΟΠΟΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Κάθε μαθητής μετά την
αποφοίτησή του από το Λύκειο θα δηλώνει το τμήμα
ή τα τμήματα της προτίμησής του.
Κάθε τμήμα θα
καθορίζει τις ελάχιστες προϋποθέσεις που ζητάει
για να τον κάνει δεκτό (λ.χ. βαθμός απολυτηρίου
πάνω από 14 και βαθμοί σε κάποια μαθήματα επιλογής
που καθορίζει το τμήμα από 15).
Αν υπάρχουν
περισσότεροι ενδιαφερόμενοι για κάποιο τμήμα
απ΄όσους μπορεί αυτό να δεχτεί, τότε
κατατάσσονται σε σειρά με μοριοποίηση των
μαθημάτων επιλογής που θέλει το συγκεκριμένο
τμήμα, του απολυτηρίου του Λυκείου και της σειράς
που κατέχει το τμήμα στις προτιμήσεις του
ενδιαφερομένου.
Σε κάθε περίπτωση, η
πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση πρέπει να
εξασφαλίζεται μέσα από πολλούς δρόμους, στα
πλαίσια της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, ώστε να
είναι δυνατό κάθε Έλληνας και κάθε Ελληνίδα σε
οποιαδήποτε φάση της επαγγελματικής πορείας να
εγγράφεται στον κύκλο σπουδών που επιθυμεί να
παρακολουθήσει.
Οι κυβερνητικές
εξαγγελίες δεν αποτελούν ουσιαστικό άνοιγμα της
τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αναγκαίοι θεσμοί όπως
το ανοιχτό Πανεπιστήμιο χρησιμοποιούνται για
εκτόνωση της ζήτησης για σπουδές όσων δεν
εισάγονται κι όχι για σπουδές από απόσταση, όπως
γίνεται διεθνώς. Το ίδιο και τα προγράμματα
σπουδών επιλογής. Αντί να αυξήσει αποφασιστικά
τη δυνατότητα για σπουδές, η κυβέρνηση αναζητεί
παράπλευρους και ασαφείς δρόμους με δίδακτρα.
Ταυτόχρονα με εφάπαξ εξέτασή του στη Β΄ και Γ΄
Λυκείου, ο μαθητής θα κρίνεται με τρόπο μή
αναστρέψιμο, άμεσα ή έμμεσα για την πρόσβασή του
στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Για την
Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση.
Η απουσία κυβερνητικής
προετοιμασίας, ολοκληρωμένου σχεδίου και μέτρων
εφαρμογής αποδεικνύεται στην κατάσταση της
Τεχνοεπαγγελματικής εκπαίδευσης.
Η πρώτη τάξη των ΤΕΕ,
ξεκίνησε να λειτουργεί τον Νοέμβριο - Δεκέμβριο.
Για την Β΄ τάξη δεν
υπάρχει καν πρόγραμμα μαθημάτων. Οι
εκπαιδευτικοί αυτοσχεδιάζουν χωρίς πρόγραμμα,
χωρίς βιβλία, χωρίς μέσα και εργαστήρια.
Ο ΣΥΝ δίνει ιδιαίτερο
βάρος στην Τεχνική Εκπαίδευση. Καμία
εκπαιδευτική μεταρρύθμιση δεν μπορεί να πετύχει
χωρίς την ταυτόχρονη αναβάθμιση της τεχνικής
εκπαίδευσης και των ορατών επαγγελματικών
προοπτικών που θα δίνει.
Η πρόταση
του ΣΥΝ για την Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση
και Κατάρτιση.
Μετά την υποχρεωτική
εκπαίδευση, παράλληλα με το Ενιαίο Λύκειο πρέπει
να λειτουργούν οι ΤΕΣ (διάρκεια φοίτησης 2
χρόνια).
Στις ΤΕΣ λειτουργούν
όλες οι ειδικότητες που λειτουργούν στα ΤΕΛ και
ΕΠΛ.
Εκσυγχρονίζονται τα
προγράμματα τους και ο εργαστηριακός τους
εξοπλισμός.
Τα νέα προγράμματα των
ΤΕΣ περιέχουν και μαθήματα γενικής παιδείας με
ειδικό περιεχόμενο, ανάλογα με τις ανάγκες της
ειδικότητας.
Οι ΤΕΣ παρέχουν πτυχίο
που, εκτός από επαγγελματικό τίτλο, αποτελεί και
εκπαιδευτικό. Οι πτυχιούχοι των ΤΕΣ εγγράφονται
στην Γ΄τάξη του Ενιαίου Λυκείου (με 10 χρόνια
υποχρεωτική εκπαίδευση) ή ΙΕΚ.
Για την εγγραφή τους
στην Γ΄τάξη του Ενιαίου Λυκείου είναι απαραίτητο
να παρακολουθήσουν βραχύχρονο πρόγραμμα
υποστηρικτικής διδασκαλίας σε μαθήματα γενικής
παιδείας. Αν η υποχρεωτική εκπαίδευση είναι 9
χρόνια, οι απόφοιτοι των ΤΕΣ εγγράφονται στη
Β΄τάξη του Ενιαίου Λυκείου.
Παράλληλα πρέπει να
ξεκινήσει και να ολοκληρωθεί η επαγγελματική
κατοχύρωση των αποφοίτων, που μέχρι σήμερα δεν
έχει γίνει σε καμία από τις 120 περίπου
ειδικότητες που λειτουργούν με σοβαρό πρόβλημα
αξιοπιστίας και αναγνώρισης της αξίας των
πτυχίων για τους αποφοίτους τους.
Η πρότασή μας
εστιάζεται στο να γίνει η Τεχνική Επαγγελματική
Εκπαίδευση και να οργανωθεί κυρίως σε
μεταλυκειακή επαγγελματική και όχι σε αυτή τη
μαζική έκταση όπως σήμερα, ώστε οι μαθητές να
έχουν ένα ευρύ και αναγκαίο επίπεδο γενικής
μόρφωσης και σε οικονομία και σε ιστορία και σε
λογοτεχνία και σε τεχνολογία και σε υπολογιστές
και σε λογιστική.
Αυτή είναι σήμερα η
αναγκαιότητα και οι απαιτήσεις του αύριο και όχι
μια περιορισμένη και υποβαθμισμένη
επαγγελματική μόρφωση από τα 15 χρόνια, χωρίς
ακόμα να έχει γνωρίσει και να μάθει όσα
απαιτούνται για ένα σύγχρονο πολίτη του 21ου
αιώνα.
ΓΙΑ ΤΗΝ
ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΘΜΟ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΣΤΗΝ
ΠΑΙΔΕΙΑ
Η πρότασή μας
αντιμετωπίζει το θέμα ως ενιαίο σύνολο και όχι
ξεκομμένα από τις υπόλοιπες τομές στην
εκπαίδευση όπως έκανε η κυβέρνηση.
Σας είχαμε τονίσει σε
όλες τις συζητήσεις στη Βουλή, και με κάθε
ευκαιρία υπογραμμίζαμε ότι το κεντρικό πρόβλημα
δεν είναι αυτό της επετηρίδας στη διαδικασία
πρόσληψης των εκπαιδευτικών.
Σας είχαμε υποβάλλει
ολοκληρωμένη και αναλυτική πρόταση για το
σύστημα πρόσληψης. Δεν το αποδεχθήκατε.
Επιμείνατε σε ένα σύστημα που περιορίζεται
αποκλειστικά σε μια τυπική εξεταστική
αξιολόγηση. Τα αποτελέσματα του διαγωνισμού
δικαίωσαν την πρότασή μας και επιβεβαίωσαν την
πρόβλεψή μας για το αδιέξοδο, άδικο και
αντιεπιστημονικό των επιλογών σας.
Ωστόσο στη διάρκεια του
εκπαιδευτικού βίου του λειτουργού απαιτείται
διαρκής επιστημονική και εκπαιδευτική κατάρτιση
με την εισαγωγή ενός αντίστοιχου διαρκούς
συστήματος σε οργανωμένη και μόνιμη βάση.
Για την
αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Ο ΣΥΝ είναι υπέρ της
αξιολόγησης όλων των παραγόντων και παραμέτρων
της εκπαιδευτικής λειτουργίας και των
εκπαιδευτικών.
Απαιτούνται
αξιοκρατικά, αντικειμενικά και
αποκομματικοποιημένα κριτήρια στην επιλογή των
στελεχών.
Είναι μέγιστο λάθος να
γίνεται επιλογή με κομματικά μη αξιοκρατικά και
αντικειμενικά κριτήρια η επιλογή των
προϊσταμένων, των διευθυντών και ύστερα να
προσδοκάται ή να απαιτείται αξιόπιστη και
αντικειμενική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Η αξιολόγηση πρέπει να
γίνεται αποκλειστικά με επιστημονικά και
παιδαγωγικά κριτήρια με σύνθετη διαδικασία, από
όργανα αντίστοιχης ευθύνης και να είναι
αποκεντρωμένη.
Την ίδια πρόταση για το
σύστημα αξιολόγησης προέκρινε και η επιτροπή
εμπειρογνωμόνων του ΟΟΣΑ.
Στο πόρισμά της
εισηγείτο:
"Καθιέρωση
αντικειμενικών συστημάτων αξιολόγησης και
ελέγχου σε όλα τα επίπεδα, απαραίτητων για την
αυτοδύναμη ανάπτυξη και για την παρακολούθηση
της προόδου".
Δεν υιοθετήθηκε από το
Υπουργείο.
Το Υπουργείο δεν
υιοθέτησε ούτε την ομόφωνη πρόταση του Ειδικού
Τμήματος Αξιολόγησης του Παιδαγωγικού
Ινστιτούτου από 9.11.98 που πρότεινε ένα σύστημα
αξιολόγησης με έμφαση στην "εκπαιδευτική
αποσυγκέντρωση, την επικέντρωση στη Σχολική
Μονάδα, τη βελτίωση της ποιότητας της σχολικής
μονάδας με διαδικασίες ανάπτυξης της κριτικής
γνώσης και δράσης σε τοπικό επίπεδο" και
απέρριπτε ομόφωνα ως αναχρονιστική και ανεπαρκή
την αξιολόγηση "που στηρίζεται στον
συγκεντρωτισμό και τη λογική του ελέγχου και της
ιεραρχικής κρίσης, μια επιλογή που και πολιτικά
είναι συντηρητική αλλά και με βάση τα σύγχρονα
δεδομένα της διαχείρισης πολύπλοκων συστημάτων
όπως το εκπαιδευτικό, κρίνεται ως ανεπαρκής και
αναχρονιστική".
Τελικά ύστερα από την
απόρριψη από το Υπουργείο της ομόφωνης απόφασης
του Ειδικού Τμήματος Αξιολόγησης παραιτήθηκε ο
Πρόεδρός του κ. Ιωσήφ Σολομών.
Για την
εκπαίδευση των Ελλήνων του εξωτερικού.
Σε τροχιά καθολικής
κατάρρευσης βρίσκεται η εκπαίδευση των παιδιών
των Ελλήνων που ζουν στο εξωτερικό. Η κυβέρνηση
αντί να λάβει αποφάσεις, ώστε να εξασφαλίζεται η
υψηλή ποιοτική εκπαίδευση των ελληνοπαίδων και
να μπορούν αυτά να εξελιχθούν τόσο στη χώρα
υποδοχής όσο και στην Ελλάδα, έμεινε αμήχανη για
μεγάλο διάστημα ως προς τον Τύπο του Σχολείου που
προωθεί για τα ελληνόπουλα στο εξωτερικό. Τελικά
προχωρεί γοργά στο ζήτημα του παλαιού
συστήματος, χωρίς όμως να βάζει στη θέση τους
κάτι νέο. Η ελληνική παιδεία στο εξωτερικό
υφίσταται σοβαρότατο πλήγμα με πολύ ευρύτερες
και μακροπρόθεσμες συνέπειες.
Αυτή η κατάσταση δεν
μπορεί να λυθεί με ημίμετρα. Είναι επείγον, άμεσο
και αναγκαίο το θέμα της εκπαίδευσης των
ελληνοπαίδων στο εξωτερικό να ενταχθεί στο
διάλογο για την ριζική αναμόρφωση της
εκπαίδευσης στη χώρα μας, με κατεύθυνση να
δημιουργηθεί ένα νέο οργανωμένο σύγχρονο
σύστημα για την εκπαίδευση των ελληνοπαίδων του
εξωτερικού.
Για την
κατάσταση στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Η πολιτική που έχει
ακολουθήσει η κυβέρνηση τα τελευταία δύο χρόνια
έχει αποδιαρθρώσει τα Πανεπιστήμια, ως
αποτέλεσμα των παρεμβάσεων που έγιναν.
Τα προγράμματα σπουδών
επιλογής που στόχο είχαν να αποτελέσουν την
διεύρυνση των θέσεων στα ΑΕΙ ουσιαστικά
απέτυχαν, αφού στην εφαρμογή τους λειτουργούν ως
διαδικασίες παράκαμψης της ενότητας, της
αυτοτέλειας, και του αυτοδιοίκητου των
Πανεπιστημίων.
Από τα αρχικά 60 τον
αριθμό ΠΣΕ, σήμερα μόνο 11 βρίσκονται σε εξέλιξη
και αυτά μέσα σε ένα αρνητικό κλίμα σχετικά με
την νομιμότητα της λειτουργίας τους, πλήρους
αδιαφάνειας της διαχείρισης των πόρων κλπ.
Τα ΠΣΕ ως μορφή και
περιεχόμενο απορρίφθησαν από την ακαδημαϊκή
κοινότητα. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τα πιο
μεγάλα ΑΕΙ της χώρας απέρριψαν τα ΠΣΕ μέσα από
τις συλλογικές τους λειτουργίες.
Τα νέα τμήματα στα ΑΕΙ
ουσιαστικά δημιουργούνται εκτός Ακαδημαϊκών
διαδικασιών χωρίς καμία ουσιαστική προεργασία
και σχεδιασμό. Χωρίς καμία διασύνδεση με τις
ανάγκες της κοινωνίας και οικονομίας, χωρίς
καμία ενιαία λειτουργική διασύνδεση με τα
υφιστάμενα ή την συνοχή τους ως προς τα γνωστικά
αντικείμενα.
Η εσπευσμένη
διαδικασία οδήγησε στην πρόχειρη υποβολή 256
προτάσεων για νέα τμήματα, ενώ το Υπουργείο
επιχειρεί με επιπολαιότητα να λειτουργήσει 70 από
αυτά.
Όλη αυτή η διαδικασία
ευτελίζει και υποβαθμίζει το κύρος των ΑΕΙ και
ωθεί τους πανεπιστημιακούς στην αναζήτηση μέσω
των κοινοτικών πόρων ενός τρόπου παράκαμψης όλων
των ακαδημαϊκών δημοκρατικών λειτουργιών.
Η ίδια ακριβώς
διαδικασία και με τα ίδια αποτελέσματα
επαναλήφθηκε με τα μεταπτυχιακά προγράμματα
σπουδών.
Όλα αυτά τα προγράμματα
δεν εντάσσονται σε κανέναν ενιαίο σχεδιασμό, τα
περισσότερα βρίσκονται εκτός των ρυθμίσεων του
Νόμου Πλαισίου, ενώ μετά την λήξη της κοινοτικής
χρηματοδότησης προβλέπεται η επιβολή διδάκτρων
και η αναζήτηση χορηγιών.
Σήμερα στο χώρο των ΑΕΙ
επικρατεί ένα κλίμα σύγχυσης και
αποπροσανατολισμού χωρίς προηγούμενο.
Στο χώρο των Ανώτατων
Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων υποβόσκει μια
σοβαρότατη κρίση, με ποιοτικά χαρακτηριστικά
τελείως διαφορετικά από όσα μέχρι σήμερα
γνωρίσαμε (συντεχνιακές ομαδοποιήσεις, προσφορά
έργου μόνο για προσωπικό όφελος ή την προσωπική
ανάδειξη, εξυπηρέτηση εξωπανεπιστημιακών
δραστηριοτήτων, εγκατάλειψη ή περιφρόνηση προς
τον φοιτητή, τεράστιας έκτασης σπατάλη πόρων με
αδιαφανείς διαδικασίες, χωρίς κανέναν έλεγχο,
υποβάθμιση της ηθικής υπόστασης και της
αξιοπιστίας του ακαδημαϊκού κύρους κλπ) που αργά
ή γρήγορα θα εκδηλωθεί με πολύ πιο έντονους και
οξύτατους τρόπους από ότι σήμερα ζούμε στα
Λύκεια.
Η κυβέρνηση είναι
υποχρεωμένη να κάνει ένα συνολικό απολογισμό της
πολιτικής της στο χώρο της εκπαίδευσης και των
ΑΕΙ ειδικότερα.
Κυρίαρχη συνέπεια των
μέχρι σήμερα παρεμβάσεων της σε όλα τα επίπεδα
της εκπαίδευσης είναι η έντονη αμφισβήτηση του
Δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης, και του
γραφειοκρατικού, συγκεντρωτικού πολιτικού
ελέγχου από τους μηχανισμούς του Υπουργού
Παιδείας και της Κυβέρνησης.
Η διασπάθιση
δισεκατομμυρίων δημόσιων πόρων έχει γίνει πλέον
κυρίαρχο χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των
παρεμβάσεων του Υπ. Παιδείας. `Η αυτά περισσεύουν
και η κυβέρνηση τα μοιράζει ή αυτά σπαταλώνται
προκλητικά, οπότε και πρέπει πλέον να
αναζητηθούν έλεγχοι και να αποδοθούν ευθύνες
όταν την ίδια στιγμή η δημόσια χρηματοδότηση της
εκπαίδευσης στην Ελλάδα είναι σύμφωνα με τα
στοιχεία της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ τα χαμηλότερα
μεταξύ των ανεπτυγμένων χωρών.
Η Ελλάδα δεν έχει ούτε
πολυτέλεια, ούτε την ευχέρεια να επιτρέπει αυτή
τη τρομοκρατικής έκτασης διασπάθηση δημόσιου
χρήματος.
ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ
ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ
ΤΟΥ ΟΟΣΑ (1996)
Για την ποιότητα της
παρεχόμενης μόρφωσης.
"Η νοοτροπία της
προσκόλλησης στο αναλυτικό πρόγραμμα ενισχύεται
από το γεγονός της διασύνδεσης των μαθημάτων με
την είσοδο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση"
καταλήγουν δε τελικά ώστε "οι εκπαιδευτικοί,
σε κάθε φάση να είναι δυσαρεστημένοι από την
έλλειψη ελευθερίας".
"Λίγες είναι οι
ενδείξεις δημιουργικής ζωής στα σχολεία. Τα
περισσότερα σχολεία είναι πληκτικά κτίρια που
δεν εμφανίζουν κανένα στοιχείο εκπαιδευτικού
περιβάλλοντος".
"Η χρήση ενός
παράλληλου ιδιωτικού συστήματος (των
φροντιστηρίων) από αυτούς που έχουν τα
οικονομικά μέσα, αποτελεί αποθαρρυντικό
παράγοντα για τα κρατικά σχολεία και εκτρέπει
την υποχρέωση των μαθητών να δουλεύουν μέσα σε
αυτά. Και φυσικά, είναι ένα σύμπτωμα απόρριψης
της ποιότητας της παρεχόμενης παιδείας"
και κατέληγε
"Για τη βελτίωση της
ποιότητας πρέπει να ληφθούν πολλά μέτρα.
Οραματιζόμαστε έναν ενιαίο κύκλο βελτιώσεων, που
θα αντικρούσει τον υπάρχοντα φαύλο κύκλο των
χαρακτηριστικών που ευθύνονται για την κακή
ποιότητα της εκπαίδευσης.
Κύριος πόρος της
εκπαίδευσης εκτός από τους ίδιους τους μαθητές
είναι οι εκπαιδευτικοί: να προσλαμβάνονται και
να προάγονται επιλεκτικά (με διαδικασίες
επιλογής), να εκπαιδεύονται αποτελεσματικά, να
απολαμβάνουν κάθε είδους υποστήριξη, την παροχή
συμβουλών και τις καλύτερες συνθήκες, ώστε το
σώμα των εκπαιδευτικών να γίνει ένα πλήρως
επαγγελματικό σώμα.
Το νεκρό βάρος του
αναλυτικού προγράμματος, πρέπει να μετριαστεί,
κατά την κρίση των εκπαιδευτικών, και να
προσαρμοστεί στις τοπικές ανάγκες και
ενδιαφέροντα σύμφωνα με τη δική τους
επαγγελματική κρίση.
Η αποκέντρωση πρέπει
να εγγυάται ότι η ευθύνη βρίσκεται σε εκείνους
που προσφέρουν και λαμβάνουν την εκπαίδευση.
Η αξιολόγηση του έργου
είναι απαραίτητη για να εξασφαλισθεί η καλύτερη
ποιότητα".
Τι από όλα αυτά
αποδέχθηκε τελικά η κυβέρνηση;
Τίποτα. Και αυτό τελικά
προβληματίζει και δημιουργεί πρόσθετα
ερωτηματικά.
Όσον αφορά δε το
σύστημα που παράγει πολιτικές αποφάσεις για την
εκπαίδευση, η έκθεση των εμπειρογνωμόνων του
ΟΟΣΑ προτείνει:
Επαναπροσδιορισμό του
ρόλου του Υπουργείου με σκοπό την βελτίωση της
ικανότητάς του να διαμορφώνει πολιτικές, να
σχεδιάζει και να σκέπτεται.
Πραγματοποίηση της
αποκέντρωσης στη λήψη αποφάσεων καθώς και
ενίσχυση της μεγαλύτερης αυτονομίας των
ιδρυμάτων προκειμένου να βελτιωθεί η
δημιουργικότητα και η ελευθερία δράσης τους και
τέλος
Καθιέρωση
αντικειμενικών συστημάτων αξιολόγησης και
ελέγχου σε όλα τα επίπεδα και κατέληγαν σχεδόν
προφητικά και προειδοποιητικά.
"Πιστεύουμε ότι
οποιαδήποτε στρατηγική για την αλλαγή πρέπει
απαραίτητα να κινηθεί προς αυτές τις
κατευθύνσεις".
Σε εντελώς αντίθετη
κατεύθυνση κινήθηκαν οι πολιτικές επιλογές της
κυβέρνησης.
Ο ρόλος του Υπ.
Παιδείας παραμένει γραφειοκρατικός χωρίς να
μπορεί να παράγει, να σχεδιάσει και να
διαμορφώσει (συναίνεση, συμμετοχή, αποδοχή)
πολιτικές. Δεν έμαθε να σκέπτεται, αλλά συνέχισε
την συνήθεια της επιβολής.
O
ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ΑΜΕΣΑ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ:
Την άμεση αναστολή
του Ν. 2525 και τη συνολική επανεξέταση του
θεσμικού πλαισίου μέσα από ένα ανοιχτό,
δημοκρατικό διάλογο ουσίας με τους αρμόδιους
φορείς.
Ιδιαίτερα την
άμεση κατάργηση του εξεταστικού πλέγματος για
την πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, όπως
αυτό ορίζεται στα άρθρα 1 και 2 του Ν. 2525, με
ιδιαίτερη έμφαση στην κατάργηση των εξετάσεων
στη Β’ Λυκείου.
Να συγκληθούν
αμέσως η Διακομματική Επιτροπή Παιδείας και το
Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας, με συμμετοχή όλων των
αρμόδιων φορέων και να αρχίσει ουσιαστικός
διάλογος για τον προσδιορισμό του νέου θεσμικού
πλαισίου σχετικά με τη δομή του Ενιαίου Λυκείου
και το σύστημα πρόσβασης στα ΑΕΙ-ΤΕΙ.
Στο πλαίσιο αυτό εμείς
συγκεκριμένα προτείνουμε:
1. Να αναβαθμιστεί το Ενιαίο
Λύκειο ως προς την υλικοτεχνική υποδομή, την
εσωτερική του διάρθρωση και το περιεχόμενο της
παρεχόμενης γνώσης, με την ταυτόχρονη αποσύνδεση
του εξεταστικού συστήματος από την εισαγωγή στην
τριτοβάθμια εκπαίδευση.
2. Ο βαθμός του απολυτηρίου του
Ενιαίου Λυκείου να προκύπτει μόνο από τη
βαθμολογία της Γ’ Τάξης.
3. Τα μαθήματα επιλογής της Γ’
Λυκείου να εξετάζονται και να αξιολογούνται
χωριστά μέσω γενικών εξετάσεων. Οι βαθμοί σε αυτά
τα μαθήματα λαμβάνονται υπόψη για την επιλογή
των υποψηφίων στα τμήματα της Τριτοβάθμιας
Εκπαίδευσης ή για την επαγγελματική
σταδιοδρομία των νέων. Ειδικά στα μαθήματα αυτά ο
μαθητής μπορεί να επαναλάβει τις εξετάσεις χωρίς
περιορισμούς για βελτίωση της βαθμολογίας.
4, Να προωθηθεί η σταδιακή
καθιέρωση της δωδεκάχρονης υποχρεωτικής
εκπαίδευσης.
5. Να αυξηθεί ο αριθμός εισακτέων
στα ΑΕΙ/ΤΕΙ κατά 25% το χρόνο, με ταυτόχρονη
αναβάθμιση της υποδομής και ενίσχυση των ΑΕΙ/ΤΕΙ,
ώστε σε μία τριετία να είναι πραγματικά ελεύθερη
η πρόσβαση σε αυτά.
6. Να προωθηθεί με ρητό και
σύντομο χρονοδιάγραμμα η καθιέρωση της πρωινής
λειτουργίας όλων των σχολείων.
7. Να προωθηθεί η μείωση του
αριθμού των μαθητών ανά τμήμα.
8. Να αναβαθμιστεί ουσιαστικά
και να καταστεί αξιόπιστη η Τεχνική
Επαγγελματική Εκπαίδευση.
9. Να προωθηθεί η μορφωτική,
οικονομική και κοινωνική αναβάθμιση των
Εκπαιδευτικών.
Αθήνα, 11 Ιανουαρίου
1999
|