"Η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και της παραγωγής οδήγησαν στην εμφάνιση νέων μονοπωλιακών ενώσεων, οι οποίες τοποθετούν τα κεφάλαιά τους και διεισδύουν στη σφαίρα της υλικής παραγωγής, στην κυκλοφορία και στις υπηρεσίες. Για παράδειγμα το μονοπώλιο της πετρελαιοχημικής βιομηχανίας των ΗΠΑ διείσδυσε στον κλάδο των τροφίμων, το μονοπώλιο κρέατος "Αρμορ" ασχολείται με την παραγωγή ιατρικών μέσων. Στη Γαλλία, οι χημικές εταιρείες άπλωσαν τα πλοκάμια τους στην ατομική ενέργεια, στην υαλουργία, στην έγχρωμη τηλεόραση. Ολη αυτή η διαδικασία της διαφοροποίησης του κεφαλαίου συντελείται μέσα σε σκληρό ανταγωνισμό, όπου επιχειρήσεις καταστρέφονται και άλλες εξαγοράζονται. Μόνο στα χρόνια 1991 -1993 πτώχευσαν 575617 επιχειρήσεις στις 10 πιο αναπτυγμένες χώρες τις ΕΕ. Στην περίοδο 1988 -1992, τα πολυκαταστήματα των σούπερ μάρκετ αυξήθηκαν στις 9 πιο αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες από 20% μέχρι 100%, ενώ στην ίδια περίοδο πτώχευσαν καταστήματα τροφίμων στις ίδιες χώρες μέχρι 20%".
"Τα 500 μεγαλύτερα μονοπώλια στον κόσμο καθορίζουν την παραγωγή, τις τιμές, τις προμήθειες και την εκμετάλλευση των πρώτων υλών. Από αυτά ξεχωρίζουν για τη δύναμή τους τα 50 μεγαλύτερα μονοπώλια. Οι πωλήσεις τους το 1985 ανέρχονταν σε ένα τρισεκατομμύριο 335 δισεκατομμύρια δολάρια και απασχολούσαν συνολικά 8.314.000 εργαζόμενους, τα καθαρά κέρδη τους από 52,8 δισεκατομμύρια δολάρια το 1985 έφτασαν στα 78,3 δισεκατομμύρια δολάρια το 1991.
Η αυτοκρατορία Τζένεραλ Μότορς των ΗΠΑ απασχολούσε 811.000 εργαζόμενους και είχε καθαρά κέρδη 3.999 δις δολάρια, ενώ η EXXON των ΗΠΑ, με 146.000 εργαζόμενους, αποκόμισε 4.870 δις καθαρά κέρδη, δηλαδή ο κάθε εργαζόμενος της έδωσε 33.356 δολάρια το χρόνο, κατά μέσο όρο. Η ΣΕΛΛ της Αγγλίας από κάθε εργαζόμενο έβγαλε 27.661 καθαρά κέρδη, η Πετρομπράς της Βραζιλίας είχε 29.360 δολάρια από κάθε εργαζόμενο και η Σέβρον των ΗΠΑ 25.360 δολάρια. Οι αριθμοί αυτοί φανερώνουν το βαθμό εκμετάλλευσης των εργαζομένων από τα μονοπώλια.
Αλματωδώς αναπτύχθηκαν οι εταιρείες πληροφορικής. Το 1990 οι 50 μεγαλύτερες είχαν εισόδημα ύψους 311570 εκατ. δολαρίων, δηλαδή η καθεμιά είχε ανά μέσο όρο 6,2 δις. δολάρια. Οι 20 μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου διέθεταν ενεργητικό ύψους 5,9 τρις. δολαρίων και αποκόμισαν 25,6 δις. δολάρια το 1990.
Στην ανώτατη πυραμίδα της χρηματιστικής ολιγαρχίας, αναρριχήθηκε μια χούφτα πάμπλουτων μεγιστάνων. Σε 20 χώρες του κόσμου το 1992 υπήρχαν 227 δισεκατομμυριούχοι που ανήκαν στην λέσχη FORBES. Από τον αριθμό αυτό 101 ανήκουν στις ΗΠΑ, 44 στη Γερμανία, 34 στην Ιαπωνία, 10 στον Καναδά, 9 στη Γαλλία, από 8 στο Μεξικό και Χονγκ-Κονγκ, 7 στην Ελβετία, από 6 στην Ιταλία, Σαουδική Αραβία και Ταϊβάν, από 5 στη Βραζιλία και Αγγλία και από 3 στη Χιλή, Κολομβία, Κορέα, Ταϊλάνδη, Σουηδία, Ισπανία. Σύμφωνα με το περιοδικό Φόρτσιουν, στην Ελλάδα το 1990 υπήρχαν 3 δισεκατομμυριούχοι (περιουσία σε δισεκατομμύρια δολάρια): ο Κώστας Μιχαήλ Λαιμός, ο Γιάννης Σπύρου Λάτσης κι ο Γιώργος Σταύρου Λιβανός".
Επικεντρώνουμε λοιπόν στις εξελίξεις του σύγχρονου καπιταλισμού:
α) Την ανάπτυξη των διεθνών-πολυκλαδικών μονοπωλίων, που συγκροτούνται από μονοπώλια διαφόρων χωρών και αναπτύσσουν δραστηριότητα σ΄ όλο τον κόσμο και σε πολλούς κλάδους. Οπως αναφέρει το περιοδικό Business Week σήμερα ελέγχουν πάνω από τα 3/5 του διεθνούς καπιταλιστικού εμπορίου και έχουν αποκτήσει τεράστια οικονομική, πολιτική και πολιτιστική ισχύ. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η εξαγορά απ΄ την TCI, τη μεγαλύτερη εταιρεία καλωδιακών δικτύων στις ΗΠΑ, της ψυχαγωγικής εταιρείας Liberty Media και η συνεργασία της με τη SEGA για τη δημιουργία ενός μεγάλης εμβέλειας καλωδιακού δικτύου ηλεκτρονικών παιχνιδιών.
Τα μονοπώλια αυτά έχουν μια εθνική αναφορά μόνο ως προς την προέλευση του κεφαλαίου που κατέχουν, τον έλεγχο που ασκούν και το κράτος που αναλαμβάνει τη βασική υπεράσπιση των συμφερόντων της κυρίαρχης "μητρικής εταιρείας". Ως προς τη δραστηριότητα τους όμως είναι διεθνή δεδομένου ότι αυτή υπερβαίνει τα εθνικά όρια και απλώνεται πάνω στο διεθνή οικονομικό χώρο.
Ετσι κι αλλιώς η κοινωνικοποίηση της παραγωγής πήρε σε παγκόσμιο επίπεδο τεράστιες διαστάσεις, διευρύνεται συνεχώς με την ορμητική εξαγωγή κεφαλαίων και εμπορευμάτων απ΄ τις σύγχρονες πολυεθνικές επιχειρήσεις, διεθνοποιείται. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι και η αγροτική παραγωγή περνά σε ένα ανώτερο στάδιο εμπορευματοποίησης.
β) Την σημαντική επίδραση των αποκαλουμένων "νέων τεχνολογιών" στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και στην ανάπτυξη της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου που προαναφέραμε. Στην εποχή της αυτοματοποίησης και της πληροφορικής μεταφέρονται περισσότερο από ό,τι στο παρελθόν λειτουργίες διανοητικού χαρακτήρα του ανθρώπου στη λειτουργία της μηχανής. Στη βιομηχανία χάρη στην ανάπτυξη των ηλεκτρονικών υπολογιστών εμφανίζονται μηχανήματα γενικών και πολλαπλών χρήσεων, που αντικαθιστούν τα παλιά για συγκεκριμένη εξειδικευμένη χρήση.
Η επιστημονική έρευνα συνδέεται όλο και περισσότερο με την παραγωγή. Η εκτίμηση του Μαρξ για τη μετατροπή της επιστήμης σε άμεση παραγωγική δύναμη επιβεβαιώνεται πλήρως.
γ) Το πέρασμα σ΄ ένα ανώτερο στάδιο εμπορευματοποίησης της παραγωγής και της διάδοσης της γνώσης και της πληροφορίας αποτελεί μια πολύ σημαντική εξέλιξη στα τέλη του αιώνα. Η εξέλιξη αυτή οδηγεί σε μια σημαντική επέκταση της μισθωτής εργασίας, στην εμφάνιση νέων σύγχρονων τμημάτων της εργατικής τάξης. Ταυτόχρονα η απόπειρα μονοπωλιακού ελέγχου στην κατεύθυνση αυτή κρύβει μέσα στο εσωτερικό της εκρηκτικές αντιθέσεις, αφού η γνώση περικλείει μια "φυσική" θα έλεγε κανείς αντίσταση στην ατομική της ιδιοποίηση και στην εμπορευματοποίηση της. Η γνώση δεν εξαντλείται με την κατανάλωση της και γι αυτό είναι πρόσφορη στη μετάδοση της σε κοινωνικό επίπεδο και όχι στην μεταβίβαση της σε ατομική βάση.
δ) Την επιτάχυνση της εμπορευματοποίησης όλων των βασικών κοινωνικών υπηρεσιών, της υγείας, της πρόνοιας, του πολιτισμού κλπ. και τη δρομολόγηση της παράδοσής τους με διάφορες άμεσες και έμμεσες μορφές στο ιδιωτικό μονοπωλιακό κεφάλαιο.
ε) Η εξαγωγή κεφαλαίων εξακολουθεί να είναι ένα από τα βασικά οικονομικά γνωρίσματα του σύγχρονου καπιταλισμού. Στη δεκαετία του ΄90, μετά την ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος στην Ευρώπη εκδηλώνεται έντονα η τάση για εξαγωγή κεφαλαίων στις χώρες της Κεντρ. και Ανατ. Ευρώπης, αλλά και σε ορισμένες χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, πχ. Ουκρανία. Πρόκειται για νέες αγορές που έχουν το πλεονέκτημα να διαθέτουν φθηνό εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό αλλά και σημαντικές πηγές ενέργειας (πχ. Ουκρανία), τεχνολογική υποδομή, παράγοντες δηλαδή που προσελκύουν το κεφάλαιο περισσότερο απ΄ ό,τι σε ορισμένες υποανάπτυκτες χώρες της Αφρικής και της Ασίας. Ταυτόχρονα αναβαθμίζεται η τάση εξαγωγής κεφαλαίου απ΄ τη μία ιμπεριαλιστική χώρα ή ένωση χωρών προς την άλλη, (πχ. από Ιαπωνία προς ΗΠΑ, από Γερμανία προς Μ. Βρετανία κλπ).
στ) Ταυτόχρονα εντείνεται ο οικονομικός και πολιτικός πόλεμος μεταξύ των πιο ισχυρών καπιταλιστικών κρατών, οξύνονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Ο ανταγωνισμός ΗΠΑ και Γερμανίας στα Βαλκάνια και οι τραγικές συνέπειες του είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα πάνω σ΄ αυτό το γεγονός. Η προσωρινή κατάληξη της γιουγκοσλαβικής κρίσης έρχεται να επιβεβαιώσει και μια άλλη βασική λενινιστική θέση, ότι δηλαδή οι ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις και οι ιμπεριαλιστικές συμμαχίες "αποτελούν πάντα δύο κρίκους της ίδιας αλυσίδας". Στην συγκεκριμένη περίπτωση η συμφωνία Ντέϊτον που κλείστηκε πίσω από τις πλάτες των λαών με την παρέμβαση των Αμερικάνων και Γερμανών "μεσολαβητών" είναι γνωστή σ΄ όλους.
Στο ίδιο συμπέρασμα θα καταλήξει ο καλοπροαίρετος παρατηρητής αν παρακολουθήσει χρονικά τη συμπόρευση ΗΠΑ-Γερμανίας στην προσπάθεια ανατροπής των σοσιαλιστικών χωρών, που εκδηλώθηκε παράλληλα με τον σκληρό ανταγωνισμό τους για την εξασφάλιση ζωνών επιρροής στις χώρες αυτές. Ο ανταγωνισμός αυτός εντείνεται, όπως είναι φυσικό στη δεκαετία του ΄90.
Παράλληλα δυναμώνει η τάση για τη συγκρότηση και διεύρυνση διαφόρων μορφών καπιταλιστικής ενοποίησης (ΕΕ, ΝΑFTA κλπ.) γύρω από τα τρία σημερινά, μεγάλα, ιμπεριαλιστικά κέντρα (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Γερμανία). Για την τάση αυτή θα μιλήσουμε αναλυτικότερα στη συνέχεια.
Το σύνολο λοιπόν των εξελίξεων στις δεκαετίες που πέρασαν από την εποχή του Λένιν επιβεβαιώνουν με ιδιαίτερη έμφαση όλα τα βασικά οικονομικά γνωρίσματα του ιμπεριαλισμού που περιελάμβανε η θεωρητική ανάλυση του μεγάλου επαναστάτη.